- αγιοζούμι
- Ζουμί με αλεύρι και λίγο λάδι, που προσφέρεται ως τροφή στους δόκιμους μοναχούς. Στη βυζαντινή
εποχή α. έλεγαν ένα φαγητό που περιείχε πολλά κρεμμύδια και το οποίο παρασκεύαζαν στα μοναστήρια κάθε Τετάρτη και Παρασκευή. Το α. αναφέρει και ο Πτωχοπρόδρομος. Σε νεότερους χρόνους α. λέγεται το ζουμί που έχει παρασκευαστεί από φακή και κουκιά ή φαγητό από λάχανα.
* * *το (Μ ἁγιοζούμιν και -ζώμιν και ἁγιόζουμον και -ζωμον)1. ζωμός με αλεύρι και λίγο λάδι που δίνεται ως τροφή στους δόκιμους μοναχούς2. ζωμός από δημητριακά, φακή, κουκιά κ.ά. που ευλογείται από τον ιερέα στην εκκλησία3. φαγητό από λάχανα που τρώγεται πριν από τα άλλα μη νηστήσιμα φαγητά το βράδυ τής Κυριακής τής Τυρινήςμσν.ζωμός που χρησιμοποιούσαν ως τροφή τους οι μοναχοί. Τον τρόπο παρασκευής του περιγράφουν οι στίχοι τού Πτωχοπρόδρομου: «και έως άνω οι μάγειροι γεμίζουσί το ύδωρ και βάλλουσι κρομμύδια καν είκοσι κολέντας στάζει γαρ τρεις το έλαιον ο μάγειρος απέσω και βάλλει και θρομβόξυλα τινά προς μυρωδίαν και τον ζωμόν εκχέει τον επάνω των ψωμίων και δίδουν μας και τρώγομεν και λέγεται αγιοζούμιν».[ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. ἀγιοζούμιν < ἄγιος + ζουμίν].
Dictionary of Greek. 2013.